- ακρ ή άκρο
- (acre). Αγγλοσαξονική μονάδα επιφάνειας, με ποικίλες κατά τόπους αντιστοιχίες προς το δεκαδικό σύστημα. Η λέξη είναι νορμανδικής προέλευσης και δεν έχει καμία σχέση με την ελληνική λέξη άκρο. Η λέξη αυτή παράγεται από το aecer, που σημαίνει ύπαιθρο. Όταν πρωτοχρησιμοποιήθηκε ως μέτρο επιφάνειας, είχε οριστεί με βάση την έκταση που μπορεί να οργωθεί από ένα ζευγάρι βόδια σε μία ημέρα. Η ισοδυναμία του σε τετραγωνικά μέτρα ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή. Το 1878 καθορίστηκε το αυτοκρατορικό α., ισοδύναμο με 4.047 τ.μ. Το α. χρησιμοποιείται ως μονάδα επιφάνειας, σε περιορισμένη όμως κλίμακα, στη Σκοτία, όπου ισοδυναμεί με 5.141,4 τ.μ., στην Ιρλανδία (6.554,25 τ.μ.), στην αγγλική κομητεία Λέστερ (1.930,12 τ.μ.) και στην Τσέσερ (8.560,64 τ.μ.). Στην Ουαλία ονομάζουν α. και τις μονάδες erw (που ισοδυναμούν με 3.611 τ.μ.), stang (2.808 τ.μ.) και paladr. To α. διατηρείται ακόμα στη Νορμανδία όπου ισοδυναμεί με 8.172 τ.μ., στη Σαξονία (5.534 τ.μ.), στη Σαξονία-Βαϊμάρη (2.850 τ.μ.) και στις ΗΠΑ (4.046,873 τ.μ.). Το α. χρησιμοποιείται επίσης και ως μονάδα χωρητικότητας, οπότε ισοδυναμεί με τον όγκο που περικλείεται από βάση έκτασης ενός α. και ύψους ενός ποδιού. Στο δεκαδικό σύστημα ο όγκος αυτός αντιστοιχεί σε 1.235,5 κ.μ.
Dictionary of Greek. 2013.